Στη δίκη η Μάγδα Φύσσα
Με το ξέσπασμα της μητέρας της Ελένης Τοπαλούδη ξεκίνησε η δίκη για τη στυγερή δολοφονία της φοιτήτριας στη Ρόδο
Όταν αντίκρισε τους δύο κατηγορούμενους η μητέρα της 19χρονης ξέσπασε, φωνάζοντάς τους «θα σε σκοτώσω. Δολοφόνε. Στη ζωή τους δεν διαβάζανε εμένα το παιδί μου πέντε γλώσσες ήξερε. Δολοφόνοι. Θα σας γ@μήσω!», με τον σύζυγό της να προσπαθεί να την ηρεμήσει.
Η πρόεδρος πρότεινε να περάσει η λίγο έξω μητέρα ώστε να ηρεμήσει και να ξεκινήσει η διαδικασία.
Ο δικηγόρος της οικογένειας και θείος του θύματος, Ευ.Γκιούγκης, σημείωσε ότι “έφτασε η ώρα της Δικαιοσύνης” και αρκέστηκε να τονίσει ότι, “οι γονείς της έχουν καταστραφεί, τους ρήμαξαν τη ζωή αυτά τα δύο υποκείμενα”.
Ακούστε όσα δήλωσαν στον ΑΝΤ1:
Η δίκη στην Αθήνα
Αν και η δίκη των δυο κατηγορουμένων θα έπρεπε να διεξαχθεί στα δικαστήρια Δωδεκανήσου, δηλαδή στη Ρόδο, καθότι εκεί διαπράχθηκε το αποτρόπαιο έγκλημα που συγκλόνισε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, ο Εισαγγελέας Εφετών Δωδεκανήσου ζήτησε για λόγους ασφαλείας να γίνει εκτός Ρόδου, προτείνοντας μάλιστα την Αθήνα.
Στο αίτημά του εκείνο προς το αρμόδιο Συμβούλιο του Αρείου Πάγου, ο εισαγγελέας ανέφερε ότι «υπάρχουν σοβαρότατοι λόγοι διασάλευσης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, αν η υπόθεση δικαστεί στη Ρόδο». Δηλαδή, φόβοι για λιντσάρισμα των κατηγορουμένων από τον συγκεντρωμένο πλήθος.
Το αίτημα έγινε δεκτό και έτσι η δίκη ξεκινάει σήμερα στο Α΄ Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών.
Σύμφωνα με πληροφορίες του ρεπορτάζ, αναμένονται να καταθέσουν νέοι μάρτυρες.
Η οικογένεια της δολοφονημένης φοιτήτριας δηλώνει ικανοποιημένη για την εξέλιξη αυτή ενώ ο πατέρας της Τοπαλούδη ζήτησε με δηλώσεις του να μην αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό στους κατηγορούμενους.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1 είχε πει: «Το να βρεθείς στην περιοχή που έναν χρόνο πριν σχεδόν ζούσε, ανέπνεε, δραστηριοποιούνταν και φοιτούσε εκεί η κόρη μας και να περπατάς σε κάποιους δρόμους που περπατούσε και εκείνη είναι ακόμα πιο δύσκολα από ό,τι να τα έχεις στο μυαλό σου. Άλλωστε καθετί που βλέπουμε και εδώ στο σπίτι που είμαστε, καθετί που βλέπουμε δυστυχώς τα δάκρυα κυλάνε αυθόρμητα».
Δήλωση για την αλλαγή του τόπου διεξαγωγής της δίκης έκανε και ο συνήγορος της οικογένειας Τοπαλούδη, Αλέξης Κούγιας.
«Μετά την αποδοχή από το αρμόδιο Συμβούλιο του Αρείου Πάγου του αιτήματος του Εισαγγελέα Εφετών Ρόδου, κου Κτιστάκη, για λόγους που αφορούν την ασφάλεια των κατηγορουμένων, λόγω του οξυμένου κλίματος εις βάρος των κατηγορουμένων από την κοινωνία της Δωδεκανήσου, γεγονός το οποίο συμμεριζόμαστε απόλυτα και το οποίο πιθανότατα θα επηρέαζε και την κρίση των ενόρκων, πλήττοντας τις συνθήκες διεξαγωγής μιας δίκαιης δίκης σύμφωνα με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, η δίκη εις βάρος των δύο κατηγορουμένων, οι οποίοι κατηγορούνται για την ανθρωποκτονία και τον βιασμό της αείμνηστης Ελένης Τοπαλούδη, την οποία ο επικεφαλής του γραφείου μας Αλέξιος Κούγιας μαζί με τον συνάδελφο Γκιουγκή Ευάγγελο υπερασπίζονται στο βήμα της πολιτικής αγωγής, ορίστηκε για την 13/1/2020 στο Α΄ Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών».
“Την πέταξαν σαν μπάζο, σαν σακίδιο”
Η Ελένη Τοπαλούδη ήταν «ό,τι πιο όμορφο» στη ζωή της, ήταν η χαρά της και το μόνο που επιθυμεί σήμερα είναι η δικαίωση. Η μητέρα της φοιτήτριας, υποβασταζόμενη και με εκρήξεις θυμού, ξέσπασε πολλές φορές στη δικαστική αίθουσα. «Δις ισόβια δεν θα δουν το φως του ήλιου για να δικαιωθώ…θα τους σκοτώσω εγώ αν δεν τους βάλουν ισόβια. Εγώ θα την κάνω τη δουλειά» φώναξε προς τους δύο άνδρες που κατηγορούνται για τη δολοφονία της κόρης της, τονίζοντας: «αν ήμουν στη θέση τους, θα είχα αυτοκτονήσει».
Η γυναίκα κατέθεσε ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας πως οι κατηγορούμενοι «ξεγέλασαν το παιδί μου και το οδήγησαν στο άνδρο της ακολασίας». Δήλωσε σίγουρη ότι η Ελένη Τοπαλούδη ήταν θύμα ενέδρας, λέγοντας: «Αυτά τα κοπρόσκυλα! Τα καρκινώματα. Τι θα απολογηθούν στο Θεό και στην κοινωνία (…) Αν ήμουν στη θέση τους θα είχα αυτοκτονήσει. Έφαγαν το παιδί μου τα τέρατα, οι δολοφόνοι που κάθονται χωρίς ντροπή ούτε ψυχή έχουν ούτε καρδιά. Είναι γεννημένοι τέρατα. Αν ήταν στη ζούγκλα η Ελένη θα γλίτωνε. Την πέταξαν σαν μπάζο, σαν σακίδιο».
Στο βήμα του μάρτυρα βρέθηκε και ο πατέρας της, ο οποίος είπε: «Παρούσα στην αίθουσα είναι η Ελένη Τοπαλούδη , είναι στις ψυχές μας και στις καρδιές μας και θα είναι αιώνια». Μάλιστα, στράφηκε σε βάρος των γονιών των κατηγορουμένων: «Στο εδώλιο έπρεπε να κάθονται οι γονείς των κατηγορουμένων γιατί ενώ είχαν παρατηρήσει επιθετικές συμπεριφορές δεν έκαναν τίποτα για τα παιδιά τους. Έτσι, θα είχαν προστατεύσει τη κόρη μας γιατί αν δεν ήταν το δικό μας παιδί θα ήταν ένα άλλο. Μακάρι η Ελένη να ήταν ζωντανή και να μην φτάναμε σε αυτό το σημείο ούτε εμείς ούτε οι κατηγορούμενοι».
Η μαυροφορεμένη γυναίκα με το που είδε να μεταφέρονται στο εδώλιο οι δύο νεαροί κατηγορούμενοι, άρχισε να τρέμει από οργή. Αν και ο σύζυγός της και συγγενικά της πρόσωπα προσπαθούσαν να τη συγκρατήσουν, η γυναίκα πετάχτηκε από το κάθισμά της φωνάζοντας πως θέλει να δει ποιος είναι “το Αλβανάκι” και ποιος ο “γιος του ευυπόληπτου” και κινούμενη προς το μέρος των κατηγορουμένων.
Η γυναίκα βρίζοντας και τους δύο κατηγορούμενους φώναζε πως θα τους σκοτώσει, ενώ αντιδρώντας σε όσους την κρατούσαν έλεγε: «καταστρέψανε την ζωή μου και θα κάθομαι να τους βλέπω;».
Η κατάσταση εξομαλύνθηκε όταν συγγενείς και αστυνομικοί έβγαλαν την μητέρα του θύματος εκτός της αίθουσας.
Στο δικαστήριο ήρθε η μητέρα του Παύλου Φύσσα, η οποία αφού χαιρέτισε δια χειραψίας τους δύο γονείς, αποχώρησε.
Μετά την ανάγνωση της κατηγορίας από την εισαγγελέα Έδρας οι δύο κατηγορούμενοι δια συνηγόρου δήλωσαν πως αρνούνται τις πράξεις που τους αποδίδονται.
Ειδικότερα, ο μεγαλύτερος των κατηγορουμένων, ο 22χρονος, δήλωσε πως αρνείται τον βιασμό, γιατί υπήρξε συναίνεση του θύματος και πως δέχεται όχι την κατηγορία της ανθρωποκτονίας, αλλά της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία.
Η φράση του συνηγόρου περί “συναίνεσης” του θύματος προκάλεσε έκρηξη του πατέρα της Ελένης Τοπαλούδη, ο οποίος σηκώθηκε όρθιος και φωνάζοντας «ντροπή» είπε πως την κόρη του την βασάνισαν φρικτά: «Δεν ντρέπεστε; Έγιναν φρικτά πράγματα και λέτε για συναίνεση; Μαρτύρησε στα χέρια τους. Πλήρωνε τον Αλβανό να του πηγαίνει κορίτσια να τα βιάζει. Το δικό μας ήταν το… τυχερό! Αν δεν ήταν η Ελένη μας, θα ήταν κάποιο άλλο κορίτσι στη θέση της. Να τη βασανίζουν και αυτή να τους παρακαλάει να σταματήσουν.. Και εσείς μιλάτε για συναίνεση;»
Ο μικρότερος κατηγορούμενος, 20 ετών αλβανικής καταγωγής, δια συνηγόρου δήλωσε πως αρνείται και τις δύο κατηγορίες.
Πρώτος μάρτυρας στο δικαστήριο καταθέτει ο πατέρας του θύματος Ιωάννης Τοπαλούδης, ο οποίος αναφέρθηκε στην αρχή της κατάθεσης του στον χαρακτήρα του παιδιού του, αλλά και σε όσα έγιναν μέχρι τη στιγμή που παρέλαβε τη σωρό της Ελένης για να την κηδέψει. Χαρακτήρισε την κόρη του ένα «ζωντανό χαρούμενο παιδί, μεγαλωμένο με αγάπη» και συνέχισε: «Ίσως να φταίμε που δεν την κάναμε λίγο καχύποπτη». Επίσης, ο άτυχος πατέρας ζήτησε από την υπεράσπιση να «σταθεί με απόλυτο σεβασμό στην μνήμη της Ελένης μας».
Είπε, ακόμα, πως στο εδώλιο θα έπρεπε να κάθονται και οι γονείς των κατηγορουμένων γιατί «θα έπρεπε -εφόσον τους είχαν πει πως τα παιδιά τους έχουν επιθετική και παραβατική συμπεριφορά- να έχουν κάνει κάτι».
Τι κατέθεσε η μητέρα
Ευθύνες στο συγγενικό περιβάλλον των κατηγορουμένων, ειδικά στους γονείς και τους παππούδες του μεγαλύτερου σε ηλικία, Έλληνα, επέρριψε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη στην κατάθεσή της στο δικαστήριο.
Η κ. Κυριακή Αρμουτίδου κατέθεσε ότι είναι πεπεισμένη όχι μόνο πως η γιαγιά του κατηγορούμενου που μένει κάτω από το «σπίτι κολαστήριο» άκουγε τις κραυγές της κόρης της και αδιαφόρησε αλλά και πως μετά «μπορεί η κυρία γιαγιά να ειδοποίησε τον γιο της και να έστειλαν στο σπίτι τις υπηρετριές τους να καθαρίσουν τα αίματα του παιδιού μου. Γιατί αυτό έκαναν πάντα. Με τον παρά τους κάλυπταν την παραβατική συμπεριφορά αυτού του τέρατος…». Επίσης, είπε πως δεν αποκλείει μέλη της οικογένειας του κατηγορούμενου να βοήθησαν ακόμη και στην μεταφορά του πτώματος. Ηθικοί αυτουργοίτου πόνου μου είναι αυτοί», σημείωσε.
Η μητέρα της νεαρής φοιτήτριας καταφέρθηκε σε βάρος και δύο κοριτσιών, που ήταν φίλες της κόρης της, γιατί δεν της είχαν πει πως έναν χρόνο πριν το τραγικό συμβάν η Ελένη είχε καταγγείλει στο αστυνομικό τμήμα βιασμό από τρία άτομα και ότι φοβόταν πολύ γιατί αγνοήθηκε από τους αστυνομικούς και φαίνεται να την εκβίαζαν με βίντεο οι δράστες.
Η μάρτυρας, έκδηλα οργισμένη, χαρακτήρισε τέρατα τούς δύο κατηγορούμενους, λέγοντας μάλιστα πως «αν ήμουν στην θέση τους, να στάζουν αίματα τα ταβάνια και τα πατώματα, θα ντρεπόμουν. Θα είχα αυτοκτονήσει».
Κατά την κ. Αρμουτίδου, ο νεαρότερος κατηγορούμενος, αλβανικής καταγωγής, στοχοποίησε την Ελένη και αποφάσισαν με τον συγκατηγορούμενό του να «την ξεγελάσουν, να την πάρουν με την αγριότητα, με βία».
Με την ολοκλήρωση της κατάθεσής της, η μητέρα κινήθηκε προς το εδώλιο φωνάζοντας πως θέλει να δει τα πρόσωπα των δύο κατηγορουμένων. Με τους αστυνομικούς να σχηματίζουν κλοιό γύρω από τους δύο νεαρούς, η μάρτυρας άρχισε να φωνάζει εναντίον των κατηγορουμένων.
Περίπου 10 οι μάρτυρες
Η δίκη έχει αριθμό 1 στο πινάκιο και έχουν κληθεί να καταθέσουν περί τους δέκα μάρτυρες. Εκτιμάται πως θα απαιτηθεί άλλη μία ή και περισσότερες δικάσιμοι πριν το δικαστήριο να εκδώσει την απόφαση του. Τα μέτρα ασφαλείας θα είναι αυξημένα τόσο κατά την μεταφορά των δύο νεαρών κρατουμένων όσο και εντός και εκτός της αίθουσας για τον φόβο επεισοδίων.
Η υπόθεση που συγκλόνισε όλη την χώρα ξεκίνησε όταν το απόγευμα της 28ης Νοεμβρίου 2018 ένα ζευγάρι κατοίκων της περιοχής διαπίστωσε πως στην παραλία Φώκια στην Ρόδο επέπλεε το άψυχο σώμα μίας γυναίκας. Ο ιατροδικαστής αποφάνθηκε πως η νεαρή γυναίκα πριν βρεθεί στο νερό έχει χτυπηθεί άσχημα, επρόκειτο για εγκληματική ενέργεια. Η σωρός αναγνωρίστηκε. Ανήκε στην Ελένη Τοπαλούδη φοιτήτριας Μεσογειακών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Η έρευνα του Λιμενικού αποκαλύπτει τον νεαρότερο από τους δύο δράστες, Αλβανικής καταγωγής, με τον οποίο συναντήθηκε η φοιτήτρια το επίμαχο βράδυ. Εκείνος με την κατάθεση του οδηγεί στον δεύτερο δράστη.
Το βούλευμα της υπόθεσης: Η άρνηση του θύματος που οδήγησε στην άγρια εξόντωση του
Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου επικαλούμενο τα στοιχεία της πολύμηνης έρευνας φωτίζει όσα έγιναν λίγες ώρες πριν βρεθεί η σωρός της φοιτήτριας. Στις σελίδες του περιγράφονται οι άγριες, μαρτυρικές στιγμές που πέρασε στα χέρια των δύο δραστών η νεαρή φοιτήτρια ενόσω βρισκόταν στο εξοχικό σπίτι του μεγαλύτερου σε ηλικία δράστη στην περιοχή της Λίνδου.
Ο χρόνος για την Ελένη Τοπαλούδη άρχισε να μετρά αντίστροφα τη νύχτα της 27ης Νοεμβρίου 2018 όταν «ο πρώτος κατηγορούμενος (20χρονος), ο οποίος γνώρισε την παθούσα Ελένη Τοπαλούδη του Ιωάννη προ μίας περίπου εβδομάδας, και ο 21χρονος συγκατηγορούμενός του, έχοντας προαποφασίσει να τελέσουν από κοινού το αδίκημα του βιασμού εναντίον της» κατόπιν ηλεκτρονικής συνεννόησης μαζί της , «μετέβησαν στην οικία της, η οποία ευρίσκετο στην πόλη της Ρόδου επί της οδού Εθνικής Αντιστάσεως, με όχημα ιδιοκτησίας του πατέρα του δεύτερου κατηγορουμένου, παρέλαβαν την παθούσα και μετέβησαν στην εξοχική κατοικία των γονέων του δεύτερου κατηγορουμένου στην περιοχή των Πεύκων Λίνδου».
Η Ελένη Τοπαλούδη αρνήθηκε την συνουσία με τους δύο δράστες. Έτσι απειλήθηκε με ένα μαχαίρι και χτυπήθηκε με αλλεπάλληλες γροθιές στο πρόσωπο βάναυσα από τους δύο νεαρούς οι οποίοι την βίασαν .
Οι στιγμές που έζησε η φοιτήτρια στο σπίτι-κολαστήριο αναφέρονται λεπτομερώς στο βούλευμα, «ενώ η παθούσα ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις σεξουαλικές διαθέσεις τους, πέραν της συνουσίας, εκμεταλλευόμενοι την εκμηδένιση της αντίστασής της, λόγω της σωματικής και ψυχικής εξάντλησής της, εξανάγκασαν αυτήν να ανεχθεί επιπλέον ασελγείς πράξεις. Στην προβαλλόμενη δε άρνηση της παθούσας να προβεί στην ασελγή πράξη, οι κατηγορούμενοι, οι οποίοι, σημειωτέον, είχαν έντονη ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες, γρονθοκόπησαν αυτή με δύναμη στο πρόσωπο, με συνέπεια εκείνη να ζαλιστεί και να χάσει στιγμιαία τις αισθήσεις της».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της υπόθεσης, η Τοπαλούδη «ανακτώντας μετά από λίγο τις αισθήσεις της , δήλωσε στους κατηγορούμενους την πρόθεσή της να τους καταγγείλει στην αστυνομία, πυροδοτώντας έτσι το θυμό τους και παράλληλα την ανησυχία τους ότι θα συλληφθούν και θα υποστούν ποινικές κυρώσεις για την ανωτέρω συμπεριφορά τους. Ενόψει αυτής της δυσάρεστης για εκείνους προοπτικής, οι κατηγορούμενοι προέβησαν τότε σε στάθμιση των δεδομένων και αποφάσισαν από κοινού τη φυσική εξόντωση της παθούσας ώστε να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα μελλοντικής σε βάρους τους καταγγελίας.. Και ενώ η παθούσα παρέμενε εξασθενημένη και σε σχεδόν λιπόθυμη κατάσταση εξαιτίας του βαρέως τραυματισμού της, ο οποίος είχε προηγηθεί κατά τη διάρκεια του βιασμού, οι κατηγορούμενοι αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση, ενώ επιπλέον επιχείρησαν να την θανατώσουν και διά στραγγαλισμού».
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα, «παρά τις σχετικές έντονες παρακλήσεις της να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο, οι κατηγορούμενοι επέδειξαν εμμονή στον εγκληματικό τους σχεδιασμό και μετέφεραν αυτήν γυμνή στο αυτοκίνητο προκειμένου να ολοκληρώσουν το προαποφασισμένο από αυτούς κακούργημα της ανθρωποκτονίας».
Οι κατηγορούμενοι πήγαν σε βραχώδη παραλία στην περιοχή της Λίνδου και έριξαν την εξουθενωμένη και ήδη βαριά χτυπημένη Ελένη στον γκρεμό, από ύψος περίπου 10 μέτρων πάνω από την θάλασσα. Η μάχη του κοριτσιού ήταν πλέον άνιση καθώς «οι ήδη προκληθείσες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, η διάχυτη εγκεφαλική αιμορραγία και το οίδημα από τα χτυπήματα στο κεφάλι της, καθιστούσαν αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια της να κινηθεί αποτελεσματικά ώστε να επιπλεύσει. Ο θάνατος της Ελένης Τοπαλούδη “επήλθε συνεπεία πνιγμού”».
Οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων και η “απάντηση” του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου
Οι δύο νεαροί είναι μόνιμοι κάτοικοι Ρόδου. Ο μεγαλύτερος, μέλος εύπορης οικογένειας του νησιού και ο νεαρότερος, γιος τεχνίτη. Είναι φίλοι με κοινό ενδιαφέρον τις πολεμικές τέχνες . Και οι δύο έκαναν συστηματική άθληση ενώ στις σελίδες τους σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης προβάλουν με συνεχόμενες φωτογραφίες τα γυμνασμένα σώματα τους. Ο νεαρότερος είναι κατηγορούμενος και σε άλλη υπόθεση βιασμού νεαρού κοριτσιού με ειδικές ανάγκες , που φέρεται να διαπράχθηκε ελάχιστες ημέρες μετά την δολοφονία Τοπαλούδη.
Στο βούλευμα αναφέρεται πως οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους ενώπιον της Ανακρίτριας, αρνούνται τις κατηγορίες ισχυριζόμενοι πως η ερωτική συνεύρεση με την παθούσα υπήρξε συναινετική και όχι προϊόν βίαιου εξαναγκασμού και επιρρίπτοντας την ευθύνη ο ένας στον άλλον για την ανθρωποκτονία «περιορίζοντας έκαστος τον εαυτό του σε ρόλο απλού παρατηρητή, αδύναμου δήθεν να αντιδράσει στο βίαιο ξέσπασμα του συγκατηγορουμένου του».
Στο βούλευμα τονίζεται «αναφορικά με την δήθεν συναίνεση (ή ακόμη και πρωτοβουλία) της παθούσης για την τέλεση των προαναφερόμενων γενετήσιων πράξεων θα πρέπει να σημειωθεί ότι η εκδοχή αυτή των γεγονότων δεν συνάδει με την συμπεριφορά της παθούσας, τόσο αμέσως πριν όσο και κατά τη διάρκεια της συνάντησής της με τους κατηγορούμενους».
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην ένορκη κατάθεση φίλης της ενώπιον των αξιωματικών του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ρόδου, περί ώραν 01.07′ η Ελένη Τοπαλούδη της έστειλε γραπτό μήνυμα από το κινητό της τηλέφωνο μέσω της εφαρμογής messenger, στο οποίο ανέφερε αυτολεξεί «Πάρε με σε μια ώρα τηλ.», γεγονός το οποίο καταδεικνύει την έλλειψη διάθεσης από πλευράς της θανούσης να παραμείνει στο χώρο για μεγάλο χρονικό διάστημα και να τελέσει γενετήσιες πράξεις με τους κατηγορούμενους, έλλειψη διάθεσης η οποία μαρτυρά περαιτέρω την δυσφορία και τον φόβο που της προκαλούσε η εν γένει συμπεριφορά – των κατηγορουμένων εκείνη τη νύχτα.
Σε ό,τι αφορά δε τις αλληλοκατηγορίες μεταξύ των κατηγορουμένων και την επίρριψη από τον έναν στον άλλο της ευθύνης για την τέλεση της ανθρωποκτονίας σε βάρος της Ελένης Τοπαλούδη, λεκτέον ότι οι ισχυρισμοί αυτοί προσκρούουν ευθέως στην προκύψασα από το αποδεικτικό υλικό απόλυτη σύμπραξη και σύμπνοια μεταξύ τους και δη τόσο κατά τον βιασμό όσο και κατά τη θανάτωση του θύματος.
Κατά τους δικαστές του Συμβουλίου «η διάρκεια του επίμαχου περιστατικού ήταν τέτοια που κάλλιστα θα μπορούσε όποιος εκ των δύο το επιθυμούσε (αν φυσικά το επιθυμούσε) να αντιδράσει στις ενέργειες του άλλου, να παράσχει βοήθεια στην παθούσα ή έστω να αποχωρήσει από τον τόπο του συμβάντος, αποδοκιμάζοντας έτσι εμπράκτως τη συμπεριφορά του άλλου.
Εξάλλου, η ενασχόληση με τις πολεμικές τέχνες και η σωματική διάπλαση αμφοτέρων ήταν τέτοια που δεν δικαιολογεί την υποταγή του ενός στη βούληση του άλλου, αφού οιοσδήποτε εξ αυτών θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να προστατεύσει με τη σωματική του δύναμη την Ελένη Τοπαλούδη, εφόσον πράγματι το επιθυμούσε, εμποδίζοντας μέρος έστω εκ των πλειόνων επιθέσεων σε βάρος της, επιθέσεις οι οποίες έλαβαν μάλιστα χώρα με πλείονα μέσα πλήξης, τα οποία εναλλάσσονταν (χτυπήματα με τα χέρια, με σίδερο σιδερώματος κοκ) μέχρι και την τελική ρίψη της στη θάλασσα».
Τονίζουν μάλιστα πως οι ισχυρισμοί των κατηγορουμένων καταρρίπτονται και από την «πρακτικώς αναγκαία σύμπραξή τους κατά την ρίψη της ζωντανής ακόμη παθούσης στο νερό, η επιστροφή αμφοτέρων στο σπίτι στους Πεύκους όπου επιδόθηκαν σε προσπάθειες καθαρισμού του χώρου και συγκάλυψης του εγκλήματος και, τέλος, η απροθυμία αμφοτέρων να σπεύσουν άμεσα στην αστυνομική αρχή και να καταγγείλουν την πράξη, αποτελούν αδιάσειστους ενδείκτες κοινού δόλου των κατηγορουμένων».
Δρακόντεια μέτρα ασφαλείας
Οι δύο κατηγορούμενοι μεταφέρθηκαν στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Από το πρωί της Παρασκευής έχουν μεταχθεί για τη δίκη στις φυλακές Κορυδαλλού.
Οι δύο κατηγορούμενοι από την πρώτη στιγμή τα ρίχνουν ο ένας στον άλλο, κάτι που δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε στη δίκη. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν είναι ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση από κοινού και ομαδικού βιασμού.
Στη δίκη η Μάγδα Φύσσα
Στο δικαστήριο που δικάζει την υπόθεση Τοπαλούδη βρέθηκε και η Μάγδα Φύσσα, μητέρα του Παύλου Φύσσα που δολοφονήθηκε από τον Γιώργο Ρουπακιά.
Η κ. Φύσσα χαιρέτησε τους γονείς της αδικοχαμένης Ελένης Τοπαλούδη.
Δείτε επίσης:
Δείτε ακόμη: Σπαρακτική η εικόνα των δύο χαροκαμμένων μανάδων: Με τη μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη η Μάγδα Φύσσα
Το χρονικό της στυγερής δολοφονίας
Είναι πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Νοεμβρίου του 2018. Το άψυχο κορμί της νεαρής φοιτήτριας πλέει στα παγωμένα νερά της παραλίας Φώκια στη Ρόδο.
Το χρονικό μιας στυγερής δολοφονίας αρχίζει να αποκαλύπτεται ημέρα με την ημέρα. Δυο νεαροί άνδρες, ένας 21άχρονος Αλβανός και ένας 19άχρονος Έλληνας μετά από τις έρευνες των Αρχών φέρονται ως δράστες του αποτρόπαιου εγκλήματος. Ο λόγος για τον Ε.Κ και τον Α.Λ.
Τις επόμενες ημέρες τα στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας είναι τρομακτικά. Στην πολυσέλιδη δικογραφία που έχει σχηματιστεί υπάρχουν βίντεο και καταθέσεις.
Σοκαριστικά είναι και αυτά που κατέθεσαν ενώπιον της Τακτικής Ανακρίτριας Πλημμελειοδικών της Ρόδου στην κατ’ αντιπαράσταση εξέτασής τους οι δυο δράστες που κατηγορούνται για το βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη.
Όπως αποκάλυψε το documentonews.gr η Ελένη Τοπαλούδη, όπως αποδείχτηκε από την ιατροδικαστική έκθεση, υπέφερε στα χέρια των φερόμενων δολοφόνων της. Το ίδιο ακριβώς προκύπτει και από τις ωμές περιγραφές του αποτρόπαιου εγκλήματος από τον 21άχρονο Ε.Κ και τον 19άχρονο Α.Λ.
Οι δυο άνδρες αλληλοεπιρρίπτουν ευθύνες, κάτι που έπραξαν και νωρίτερα στις απολογίες τους. Κατηγορούν ο ένας τον άλλον για τη δολοφονία της νεαρής φοιτήτριας. Αναφέρουν επίσης και το πώς επέλεξαν συνειδητά να καθαρίσουν τον τόπο τους εγκλήματος καθώς και το αυτοκίνητο με το οποίο μετέφεραν την Ελένη για να την πετάξουν στη θάλασσα.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην Έκθεση κατ’ αντιπαράσταση εξέτασης των κατηγορούμενων, ο Ε.Κ, ο Α.Λ και η Ελένη Τοπαλούδη βρίσκονταν το βράδυ της 27ης Νοεμβρίου στο εξοχικό σπίτι του πρώτου στους Πευκούς στη Ρόδο. Η σορός της φοιτήτριας εντοπίστηκε το πρωί της 28ης Νοεμβρίου από κλιμάκιο του Λιμενικού στη Λίνδο, στη θαλάσσια περιοχή «Φώκια» στους Πεύκους.
Από την πρώτη κιόλας ερώτηση της ανακρίτριας προκύπτουν αντιφάσεις στις απαντήσεις των δυο κατηγορουμένων. Ο Ε.Κ αναφέρει ότι γνωρίζει σχεδόν έναν χρόνο τον Α.Λ ενώ ο δεύτερος ισχυρίζεται πως γνωρίστηκε με τον πρώτο πριν από έναν μήνα. «Πριν από έναν μήνα γνωριστήκαμε και κάνουμε παρέα. Φατσικά μόνο τον ξέρω εδώ και έναν χρόνο, μόνο ένα γεια είχαμε».
Οι απαντήσεις των δυο κατηγορουμένων για το τί συνέβη εκείνο το βράδυ διαφέρουν τελείως, ειδικά στο σημείο για το ποιος από αυτούς διέπραξε την ειδεχθή δολοφονία. Ο Ε.Κ κατηγορεί τον Α. Λ και αντιθέτως.
Ο 21άχρονος Ροδίτης κατηγορεί τον 19άχρονο ότι «τη χτυπούσε στο κεφάλι με τον κάθε τρόπο που μπορούσε να τη σκοτώσει» και πως εκείνος είχε σοκαριστεί. «Εγώ είχα σοκαριστεί και δεν αντιδρούσα, όταν έπιασε το σίδερο έφυγα πήγα στο άλλο δωμάτιο και τραβούσα τα μαλλιά μου».
Αντίθετη είναι η απάντηση που δίνει στην Ανακρίτρια ο 19άχρονος Α.Λ. Κατηγορεί για το έγκλημα τον 21άχρονο λέγοντας πως ο Ε.Κ την γρονθοκόπησε, τη μαχαίρωσε και τη χτύπησε με το σίδερο στο κεφάλι.
Ο ένας διαψεύδει τον άλλον και για το μαχαίρι το οποίο ήταν ανάμεσα στα ευρήματα που εντόπισαν οι Αρχές στη θαλάσσια περιοχή της «Φώκιας». Ο 21άχρονος Ε.Κ κατέθεσε πως ο 19άχρονος Α.Λ πήγε στην κουζίνα και πήρε ένα μαχαίρι με το οποίο μαχαίρωσε την νεαρή φοιτήτρια. Το αντίθετο ισχυρίζεται ο Α.Λ που είπε ότι ο Ε.Κ. πήγε και πήρε το μαχαίρι από την κουζίνα και το χρησιμοποίησε εναντίον της Ελένης.
Αποτρόπαια είναι τα όσα είπαν οι φερόμενοι δολοφόνοι της 21άχρονης φοιτήτριας για το τί ακολούθησε μετά τον άγριο ξυλοδαρμό της στο εξοχικό, πώς τη μετέφεραν και την πέταξαν στη θάλασσα. Και εδώ, προκύπτουν αντιφάσεις στις απαντήσεις τους.
ΕΡ.: Πώς μεταφέρατε την κοπέλα στο αυτοκίνητο και με ποια συνεννόηση μεταξύ σας;
Ε.Κ: Τον βοήθησα (σ.σ τον 19άχρονο Α.Λ), να μεταφέρουμε την κοπέλα στο αμάξι με τη συνεννόηση να την πάμε στο νοσοκομείο. Της έριξε ένα σεντόνι στο κεφάλι για να μην φαίνεται έτσι όπως της το έκανε. Η κοπέλα ήταν αναίσθητη. Είπαμε να την πάμε στο νοσοκομείο. Την βάλαμε να κάθεται στη θέση του συνοδηγού. Ο Α. οδηγούσε, εγώ κάθισα πίσω.
Τα αντίθετα ισχυρίζεται ο συγκατηγορούμενός του. Όπως απαντάει στην Ανακρίτρια ο Α.Λ., οδηγός ήταν ο 21άχρονος Μ.Κ.
Α.Λ: Συμφωνήσαμε να πάμε στο νοσοκομείο, αφού το πρότεινα είπε ναι, ο Ε.Κ. τη σήκωσε μόνος του από το κρεβάτι και την πήγε στο αυτοκίνητο, εγώ άνοιξα την πόρτα να τη βάλει. Ο Ε.Κ οδήγησε το αυτοκίνητο και εγώ έκατσα πίσω στην καρότσα.
Εξίσου ανατριχιαστικές είναι οι περιγραφές των δυο για το πώς πέταξαν την Ελένη στη θάλασσα αλλά και για τα λόγια της νεαρής φοιτήτριας όταν συνήλθε για λίγο μέσα στο αμάξι.